1. Θέση
Πρόκειται για ένα σημαντικό οικοδόμημα, χτισμένο μέσα στα όρια της πόλης της Τερμησσού, κάτω από την αγορά, με προσανατολισμό Α-ΝΑ. Η τοπογραφική του θέση είναι υποβλητική, καθώς πίσω βρίσκεται ο απότομος βράχος της πλαγιάς που συνθέτει ένα εντυπωσιακό φυσικό σκηνικό.Εξαιτίας της επίπεδης φύσης του εδάφους, χρησιμοποιήθηκαν σημαντικές τεχνητές επιχώσεις για τη διαμόρφωση του κοίλου.
2. Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός
Ακολουθεί την κάτοψη των θεάτρων ελληνικού τύπου, αλλά όπως και το θέατρο της Σαγαλασσού και τα περισσότερα θέατρα στην περιοχή της Πισιδίας, έχει χαρακτήρα περισσότερο ρωμαϊκό απ’ ό,τι ελληνικό.
1 Έχει σχετικά μικρό μέγεθος με διάμετρο κοίλου 65 μ., και ορχήστρας 25,5 μ. και χωρητικότητα 4.200 θέσεων.
3. Οικοδομικές φάσεις
Αναγνωρίζουμε στο οικοδόμημα δύο κύριες οικοδομικές φάσεις –κατά τις οποίες χρησιμοποιήθηκε διαφορετικό σύστημα τοιχοποιίας, διακριτό σε τμήματα του κοίλου– μία τρίτη που σχετίζεται με εργασίες επέκτασης του μνημείου, και μία τέταρτη, που αφορά μετατροπές και επισκευές:
3.1 Α΄ οικοδομική φάση – Ελληνιστικών χρόνων
Το κοίλον έχει σχήμα μεγαλύτερο του ημικυκλίου. Σ’ αυτή τη φάση ανήκουν οι αναλημματικοί τοίχοι. Από το αρχικό σκηνικό οικοδόμημα δεν έχουν διατηρηθεί ίχνη. Η κάτοψη του πάντως πρέπει να ήταν πολύ απλή.
3.2 Β΄ οικοδομική φάση – εποχής Αυγούστου (27 π.Χ.-14 μ.Χ.)
Σ’ αυτήν ανήκει η πλήρης διαμόρφωση του κοίλου και του σκηνικού οικοδομήματος. Η κάτοψη δε διαφοροποιείται πολύ σε σχέση με το θέατρο της προηγούμενης φάσης. Το κοίλον ακολουθεί τη συνήθη χάραξη, έχει δηλαδή σχήμα μεγαλύτερο του ημικυκλίου. Είναι χτισμένο πάνω σε φυσική πλαγιά εκμεταλλευόμενο την κλίση της, ενώ για την κατασκευή των πλευρικών τμημάτων χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν τεχνητές επιχώσεις με ογκώδεις υποκατασκευές στήριξης, ώστε να καλύψουν τη διαφορά κλίσης του εδάφους.
Πρόσβαση στο κοίλον υπάρχει και από το συγκρότημα της αγοράς που βρίσκεται στα δυτικά.
Το εσωτερικό του κοίλου διαιρείται σε δυο τμήματα (maeniana). Το κάτω τμήμα του κοίλου (θέατρον, ima cavea-maenianum) περιλαμβάνει δεκαοκτώ σειρές εδωλίων, και διαιρείται μέσω 6 κλιμάκων σε 5 κερκίδες (cunei). Τα εδώλια3 είναι από γκρίζο λίθο και φέρουν στο πίσω μέρος φαρδιά εγκοπή αφήνοντας χώρο για τον υπερκείμενο θεατή. Διακρίνονται εγχάρακτα ονόματα πάνω σε πολλά από τα εδώλια, που είτε αποτελούν ενδεικτικά της θέσης, είτε υποδηλώνουν ότι αυτή η θέση ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο άτομο.
4 Στον περιμετρικό διάδρομο (διάζωμα, praesinctio), αμέσως μετά την τελευταία σειρά εδωλίων του κάτω τμήματος του κοίλου, υπάρχει άλλη μία σειρά εδωλίων-θρόνων με ερισίνωτο. Τα ερισίνωτα των εδωλίων αφενός προστάτευαν τους καθήμενους θεατές, και αφετέρου λειτουργούσαν ως στηθαίο για τους θεατές που κινούνταν στον διάδρομο.
Το άνω τμήμα του κοίλου (επιθέατρον, summa cavea-maenianum) περιλαμβάνει 8 σειρές εδωλίων και διαιρείται μέσω 11 κλιμάκων σε 10 κερκίδες.
5 Διακόπτεται στο κέντρο από κλίμακα πλάτους 4 μ., που οδηγούσε κατευθείαν στο διάζωμα. Αυτή η λύση διευκόλυνε κατά πολύ την κίνηση των θεατών μέσα στο κοίλο και αντιμετώπιζε τη συμφόρηση κατά την έξοδο.
6 Στην άνω απόληξη του κοίλου, υπήρχε στοά (porticus in summa cavea) για την άνετη μετακίνηση των θεατών στο άνω μέρος του θεάτρου, και για την προστασία τους σε περίπτωση βροχής.
Η ορχήστρα έκλεινε με στηθαίο ύψους 1,75 μ, για την προστασία των θεατών από τα βίαια δρώμενα των μονομαχιών και των κυνηγιών αγρίων ζώων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να τεθούν εκτός χρήσης οι χαμηλότερες σειρές εδωλίων του κάτω τμήματος του κοίλου.
Το σκηνικό οικοδόμημα της 2ης οικοδομικής φάσης πρέπει να κατασκευάστηκε πάνω στα οικοδομικά λείψανα τουπρογενέστερου. Είχε επίμηκες ορθογώνιο σχήμα και μνημειακή σκηνική πρόσοψη. Διέθετε τραπεζιόσχημο προσκήνιο(proscaenium ή frons pulpiti),
7 με πρόσοψη διακοσμημένη με ανάγλυφους πίνακες. Στο προσκήνιο ανοίγονταν τρεις θύρες από
όπου ξεκινούσαν διάδρομοι που οδηγούσαν στο εσωτερικό του σκηνικού οικοδομήματος. Οι τοίχοι στις άκρες του προσκηνίου κάμπτονταν προς τα πίσω και αντιστοιχούσαν στα παρασκήνια. Η πολυτελής πρόσοψη της σκηνής (scaenae frons) αναπτυσσόταν σε δύο ορόφους και έφερε πλούσια αρχιτεκτονική διακόσμηση με κίονες κορινθιακού ρυθμού τοποθετημένους πάνω σε βάθρα, οι οποίοι στήριζαν συνεχές επιστύλιο.
8 Στον κάτω όροφο του σκηνικού μετώπου διαμορφώνονταν πέντε θυραία ανοίγματα, των οποίων οι διαστάσεις μειώνονται σταδιακά από το κέντρο προς τις άκρες. Θύρες ανοίγονταν και και στους τοίχους των στενών πλευρών της σκηνής. Τα περισσότερα αρχιτεκτονικά μέλη της μνημειακής σύνθεσης έχουν καταρρεύσει.
3.3 Γ΄ οικοδομική φάση
Σ’ αυτή τη φάση το κοίλο επεκτάθηκε προς τα νότια και συνδέθηκε με τη σκηνή. Δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εδωλίων, τα θεωρεία (tribunalia) πάνω από τη δυτική πάροδο, που καταλαμβάνουν μέρος του δυτικού ελληνιστικού αναλήμματος.
9 Για τη στήριξη τους κατασκευάστηκε μακρύς διάδρομος στεγασμένος με τρεις διαδοχικές καμάρες, ο οποίος στηρίζεται δυτικά στον ελληνιστικό αναλημματικό τοίχο και ανατολικά σε ισχυρά τόξα που κολλούν στον τοίχο της σκηνής.
10 Έτσι, ενώνεται το κοίλον με τη σκηνή, όπως στα αμιγώς ρωμαϊκά θέατρα. Σ’αυτή τη φάση επισκευάζεται και ο τοίχος της σκηνικής πρόσοψης.
Καταργήθηκαν οι κίονες μπροστά από τα παρασκήνια και αντικαταστάθηκαν από δύο κατακόρυφους τοίχους που κλείνουν πλευρικά το προσκήνιο.
3.4 Δ΄ οικοδομική φάση – Ύστερα Αυτοκρατορικά χρόνια
Αυτή την εποχή πραγματοποιείται επέμβαση στο άνω τμήμα του κοίλου, το οποίο, σε γενικές γραμμές αποτελεί το πιοευπαθές σημείο του θεάτρου και επιζητά επισκευές. Τα προβλήματα σταθερότητας και ισορροπίας προκαλούνταν από τη μεγάλη απόσταση που είχαν μεταξύ τους οι λεπτοί κίονες που στήριζαν τη στοά (porticus in summa cavea) στην άνω απόληξη του κοίλου, με σκοπό να μην εμποδίζουν τη θέαση. Έτσι, σε αυτή τη φάση οι κίονες αντικαταστάθηκαν από πεσσούςπου στεγάζονταν με ημικυλινδρικούς θόλους, όπως στο θέατρο στην Άσπενδο της Παμφυλίας. Πιθανότατα η πρόσοψη της στοάς κοσμούνταν με τόξα αλλά δεν έχουν βρεθεί πολλά στοιχεία. Σώζονται κάποια επίκρανα διακοσμημένα με φυτικά μοτίβα που είναι χαρακτηριστικά της Ύστερης αυτής εποχής.
14 . Χρονολόγηση
Πηγή/Φωτογραφία/Βιβλιογραφία
Το άνω τμήμα του κοίλου (επιθέατρον, summa cavea-maenianum) περιλαμβάνει 8 σειρές εδωλίων και διαιρείται μέσω 11 κλιμάκων σε 10 κερκίδες.
5 Διακόπτεται στο κέντρο από κλίμακα πλάτους 4 μ., που οδηγούσε κατευθείαν στο διάζωμα. Αυτή η λύση διευκόλυνε κατά πολύ την κίνηση των θεατών μέσα στο κοίλο και αντιμετώπιζε τη συμφόρηση κατά την έξοδο.
6 Στην άνω απόληξη του κοίλου, υπήρχε στοά (porticus in summa cavea) για την άνετη μετακίνηση των θεατών στο άνω μέρος του θεάτρου, και για την προστασία τους σε περίπτωση βροχής.
Η ορχήστρα έκλεινε με στηθαίο ύψους 1,75 μ, για την προστασία των θεατών από τα βίαια δρώμενα των μονομαχιών και των κυνηγιών αγρίων ζώων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να τεθούν εκτός χρήσης οι χαμηλότερες σειρές εδωλίων του κάτω τμήματος του κοίλου.
Το σκηνικό οικοδόμημα της 2ης οικοδομικής φάσης πρέπει να κατασκευάστηκε πάνω στα οικοδομικά λείψανα τουπρογενέστερου. Είχε επίμηκες ορθογώνιο σχήμα και μνημειακή σκηνική πρόσοψη. Διέθετε τραπεζιόσχημο προσκήνιο(proscaenium ή frons pulpiti),
7 με πρόσοψη διακοσμημένη με ανάγλυφους πίνακες. Στο προσκήνιο ανοίγονταν τρεις θύρες από
όπου ξεκινούσαν διάδρομοι που οδηγούσαν στο εσωτερικό του σκηνικού οικοδομήματος. Οι τοίχοι στις άκρες του προσκηνίου κάμπτονταν προς τα πίσω και αντιστοιχούσαν στα παρασκήνια. Η πολυτελής πρόσοψη της σκηνής (scaenae frons) αναπτυσσόταν σε δύο ορόφους και έφερε πλούσια αρχιτεκτονική διακόσμηση με κίονες κορινθιακού ρυθμού τοποθετημένους πάνω σε βάθρα, οι οποίοι στήριζαν συνεχές επιστύλιο.
8 Στον κάτω όροφο του σκηνικού μετώπου διαμορφώνονταν πέντε θυραία ανοίγματα, των οποίων οι διαστάσεις μειώνονται σταδιακά από το κέντρο προς τις άκρες. Θύρες ανοίγονταν και και στους τοίχους των στενών πλευρών της σκηνής. Τα περισσότερα αρχιτεκτονικά μέλη της μνημειακής σύνθεσης έχουν καταρρεύσει.
3.3 Γ΄ οικοδομική φάση
Σ’ αυτή τη φάση το κοίλο επεκτάθηκε προς τα νότια και συνδέθηκε με τη σκηνή. Δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εδωλίων, τα θεωρεία (tribunalia) πάνω από τη δυτική πάροδο, που καταλαμβάνουν μέρος του δυτικού ελληνιστικού αναλήμματος.
9 Για τη στήριξη τους κατασκευάστηκε μακρύς διάδρομος στεγασμένος με τρεις διαδοχικές καμάρες, ο οποίος στηρίζεται δυτικά στον ελληνιστικό αναλημματικό τοίχο και ανατολικά σε ισχυρά τόξα που κολλούν στον τοίχο της σκηνής.
10 Έτσι, ενώνεται το κοίλον με τη σκηνή, όπως στα αμιγώς ρωμαϊκά θέατρα. Σ’αυτή τη φάση επισκευάζεται και ο τοίχος της σκηνικής πρόσοψης.
Καταργήθηκαν οι κίονες μπροστά από τα παρασκήνια και αντικαταστάθηκαν από δύο κατακόρυφους τοίχους που κλείνουν πλευρικά το προσκήνιο.
3.4 Δ΄ οικοδομική φάση – Ύστερα Αυτοκρατορικά χρόνια
Αυτή την εποχή πραγματοποιείται επέμβαση στο άνω τμήμα του κοίλου, το οποίο, σε γενικές γραμμές αποτελεί το πιοευπαθές σημείο του θεάτρου και επιζητά επισκευές. Τα προβλήματα σταθερότητας και ισορροπίας προκαλούνταν από τη μεγάλη απόσταση που είχαν μεταξύ τους οι λεπτοί κίονες που στήριζαν τη στοά (porticus in summa cavea) στην άνω απόληξη του κοίλου, με σκοπό να μην εμποδίζουν τη θέαση. Έτσι, σε αυτή τη φάση οι κίονες αντικαταστάθηκαν από πεσσούςπου στεγάζονταν με ημικυλινδρικούς θόλους, όπως στο θέατρο στην Άσπενδο της Παμφυλίας. Πιθανότατα η πρόσοψη της στοάς κοσμούνταν με τόξα αλλά δεν έχουν βρεθεί πολλά στοιχεία. Σώζονται κάποια επίκρανα διακοσμημένα με φυτικά μοτίβα που είναι χαρακτηριστικά της Ύστερης αυτής εποχής.
Οικοδομική: Υλικά και τρόποι δομής
Το κοίλον του θεάτρου είναι κατασκευασμένο με λιθόπλινθους από τοπικό ασβεστόλιθο ακολουθώντας το ισόδομο σύστημα (opus quadratum). Το σκηνικό οικοδόμημα ήταν κατασκευασμένο από πλινθοδομή, επιχρισμένη με ασβεστοκονίαμα, ενώ για την πρόσοψη της σκηνής (scaenae frons) έχει χρησιμοποιηθεί μάρμαρο. Δεν υπάρχει ομοιομορφία ως προς την χρήση
οικοδομικών συστημάτων. Έχουν χρησιμοποιηθεί διαφορετικά οικοδομικά συστήματα για τους δύο αναλημματικούς τοίχους και τον εξωτερικό περιμετρικό τοίχο του κοίλου, γεγονός που βοηθά στη διάκριση των διαφορετικών οικοδομικών φάσεων,των μετατροπών και των επισκευών.Ο τοίχος που περιβάλλει το κοίλον, είναι κατασκευασμένος από γωνιόλιθους με κυρτή προσκεφαλόσχημη και αδρά λαξευμένη επιφάνεια, όπως στο θέατρο της Μαγνησίας του Μαιάνδρου.
11 Τοποθετούνται χωρίς συνδετικό υλικό σε οριζόντιες ανισοϋψείς στρώσεις, τρόπος δομής που φανερώνει ταχύτητα κατασκευής και προσπάθεια εξοικονόμησης τόσο υλικού όσο και εργατικών χεριών.
Στην κατώτερη ζώνη (μέχρι τη δωδέκατη από κάτω σειρά εδωλίων) των αναλημματικώντοίχων ακολουθείται ένα ακανόνιστο, σχεδόν πολυγωνικό σύστημα με καλά επεξεργασμένους λίθους. Ακολουθεί πιο πάνω ζώνη ισόδομου συστήματος. Οι δύο ζώνες διαχωρίζονται μεταξύ τους από λεπτή στρώση λίθων που προεξέχει.
12. Στο σκηνικό οικοδόμημα ο πίσω τοίχος αποτελείται από στρώσεις αδρά δουλεμένων γωνιόλιθων που εξωτερικά δίνουν καλή οπτική εντύπωση, ενώ εσωτερικά αφήνονται τελείως ανεπεξέργαστοι.
13 Η σκηνική πρόσοψη αποτελείται κατά κανόνα από οριζόντιες στρώσεις ακανόνιστων λιθοπλίνθων, χωρίς συνδετικό κονίαμα, ενώ σε τακτά διαστήματα παρεμβάλλεται και μία στρώση κανονικά λαξευμένων γωνιόλιθων.
14 . Χρονολόγηση
Η αρχική κατασκευή του θεάτρου ανάγεται στα Ελληνιστικά χρόνια, και συγκεκριμένα μέσα στον 2ο αι. π.Χ. Η δεύτερη οικοδομική φάση, οπότε και διαμορφώθηκε πλήρως το κοίλο και η μνημειακή πρόσοψη της σκηνής (scaenae frons), όπως πιστοποιούν και οι αναθηματικές επιγραφές ανάγεται στα χρόνια του Αυγούστου (27 π.Χ.-14 μ.Χ.).15 Τότε το θεατρικό οικοδόμημα μετατράπηκε σε αρένα για την παρακολούθηση αμφιθεατρικών παιχνιδιών. Η τρίτη φάση ανήκει στον ύστερο 2ο αι. μ.Χ. (τέλη Αντωνίνων-αρχές Σεβήρων), ενώ μια δεκαετία αργότερα έγιναν οι επεκτάσεις στο νότιο τμήμα, με την προσθήκη θεωρείου (tribunalium) πάνω από τη δυτική πάροδο. Αρκετά αργότερα, στον 4ο αι. μ.Χ. διαμορφώθηκε εκ νέου η περιμετρική στοά (porticus in summa cavea) στην απόληξη του κοίλου.
Πηγή/Φωτογραφία/Βιβλιογραφία
Bieber Μ., The History of the Greek and Roman Theatre, Princeton 1961
Ciancio Rossetto P. – Pisani Sartorio G. (eds), Teatri Greci e Romani, alle Origini del Linguaggio
rappresentato, Roma 1994
De Bernardi Ferrero D., Teatri classici in Asia Minore II. Città di Pisidia, Licia e Caria, Roma 1969,
Studi di Architettura Antica
De Bernardi Ferrero D., Teatri classici in Asia Minore IV. Deduzioni e proposte, Roma 1974, Studi di
Architettura Antica
Bean G.E., Turkey’s Southern Shore. An Archaeological Guide, London 1979
1. Αντίθετα, τα θέατρα της Μιλήτου, της Εφέσου, της Πριήνης, έχουν χαρακτήρα περισσότερο ελληνικό απ’ ό,τι ρωμαϊκό, βλ. Bieber, Μ., The History of
the Greek and Roman Theatre (Princeton, 1961), σελ. 219.
2. Με αυτό τον τρόπο οι σειρές των εδωλίων βρίσκονται στην πλειονότητά τους πάνω στη φυσική πλαγιά, και μόνο ένα μέρος τους
στα πλαϊνά βρίσκεται πάνω από τις υποκατασκευές του τεχνητά διαμορφωμένου κοίλου.
3. Ύψους 0,42 μ. και πλάτους 0,75 μ.
4. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 16-17, εικ. 9-11.
5. Στον περιμετρικό τοίχο του κοίλου περίπου στο κέντρο διαμορφώνεται επίσης μία ζώνη που κοσμούνταν με ημικίονες, βάσεις και γείσα. Αυτό το
τμήμα φαίνεται ότι τοποθετήθηκε πάνω από τον αρχικό περιμετρικό τοίχο του κοίλου, σε εσοχή που σχηματίστηκε διακόπτοντάς τον και αντιστοιχεί στο
κεντρικό τμήμα του κοίλου. Είναι ορατό από αυτούς που έρχονται στο θέατρο από την αγορά, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore
2 (Roma 1969), σελ. 15, εικ. 7-8.
6. Η κεντρική κλίμακα αντικατοπτρίζει τις ανάγκες της εποχής για τη γρήγορη μετακίνηση του πλήθους μέσα στο θέατρο, που ήταν ορατές ήδη από τα
Υστεροελληνιστικά χρόνια. Η λύση δόθηκε στα Αυτοκρατορικά χρόνια και, όπως στο θέατρο της Σέλγης, δεν προσέβαλε καθόλου την αισθητική ενώ
ταυτόχρονα δεν της έλειπε καθόλου η πρακτικότητα. Στην κορυφή αυτής της κλίμακας υπήρχε μεγάλη θύρα, από την οποία σώζονται in situ τμήματα
των παραστάδων. Ακριβώς στο πλατύσκαλο της θύρας διαμορφώνεται εσοχή δεξαμενής (κινστέρνα), βάθους 0,40 μ., πιθανότατα για την παροχή νερού
στο κοινό κατά τις ζεστές μέρες, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 14-15.
7. Βάθους 5,40 μ. και ύψους 2,36 μ. Σήμερα σώζεται σε ύψος 1,77 μ. Υπολογίζεται από τη Bernardi Ferrero, ότι θα έφτανε σε ύψος τα 2,60 μ., βλ. De
Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 22.
8. Εκατέρωθεν της κεντρικής θύρας κάθε βάθρο φέρει τέσσερις κίονες, ενώ τα υπόλοιπα δύο βάθρα (ανάμεσα στις μικρότερες ακριανές θύρες) φέρουν το
καθένα από δύο κίονες.
9. Αυτό το χαρακτηριστικό βρίσκουμε και στο θέατρο της Σέλγης.
10. Γι’αυτή την κατασκευή χρησιμοποιήθηκε το πολυγωνικό σύστημα τοιχοδομίας.
11. Müller-Wiener, W., Η Αρχιτεκτονική στην Αρχαία Ελλάδα, Σμιτ-Δούνα, Μ. (μτφρ.) (Θεσσαλονίκη 1995), σελ. 80, εικ. 33 γ. Ως αποτέλεσμα, το προφίλ
της εξωτερικής παρειάς του τοίχου είναι κάθετο μόνο στο σημείο που συναντά το φυσικό έδαφος, ενώ πιο πάνω είναι κεκλιμένο, σχηματίζοντας
παραβολική καμπύλη.
12. Δεν είναι σίγουρο ότι η χρήση των δύο διαφορετικών τρόπων δομής της τοιχοποιίας των αναλημματικών τοίχων αντικατοπτρίζει δύο διαφορετικές
οικοδομικές φάσεις. Ίσως προτιμήθηκε αυτή η λύση για λόγους οικονομίας, ώστε να εμφανίζονται πιο επιμελημένα τα μέρη του θεάτρου που είναι ορατά
στο κοινό, ενώ τα μέρη που δε φαίνονται είναι πιο πρόχειρα κατασκευασμένα. Ο νότιος αναλημματικός τοίχος είναι εξολοκλήρου κατασκευασμένος με
ισόδομο σύστημα, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 14, εικ. 4.
13. Στο κάτω μέρος του τοίχου κάθε 5 στρώσεις εναλλάσσονται με μία στρώση λίθων μικρότερου ύψους, ενώ στο μέσον περίπου του τοίχου η εναλλαγή
αυτή γίνεται πιο συχνή, κάθε δύο στρώσεις, και ψηλότερα οι στρώσεις εναλλάσσονται ανά μία. Βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia
Minore 2 (Roma 1969), σελ. 17-18, εικ. 14-15.
14. Κοσμούνταν με τοιχογραφίες, που σήμερα δε σώζονται. Οι τοιχογραφίες απαιτούσαν αυτό το αδρό υπόστρωμα που
προσέφεραν οι στρώσεις των ακανόνιστων λιθοπλίνθων.
15. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), Apend. αρ. 3
1. Αντίθετα, τα θέατρα της Μιλήτου, της Εφέσου, της Πριήνης, έχουν χαρακτήρα περισσότερο ελληνικό απ’ ό,τι ρωμαϊκό, βλ. Bieber, Μ., The History of
the Greek and Roman Theatre (Princeton, 1961), σελ. 219.
2. Με αυτό τον τρόπο οι σειρές των εδωλίων βρίσκονται στην πλειονότητά τους πάνω στη φυσική πλαγιά, και μόνο ένα μέρος τους
στα πλαϊνά βρίσκεται πάνω από τις υποκατασκευές του τεχνητά διαμορφωμένου κοίλου.
3. Ύψους 0,42 μ. και πλάτους 0,75 μ.
4. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 16-17, εικ. 9-11.
5. Στον περιμετρικό τοίχο του κοίλου περίπου στο κέντρο διαμορφώνεται επίσης μία ζώνη που κοσμούνταν με ημικίονες, βάσεις και γείσα. Αυτό το
τμήμα φαίνεται ότι τοποθετήθηκε πάνω από τον αρχικό περιμετρικό τοίχο του κοίλου, σε εσοχή που σχηματίστηκε διακόπτοντάς τον και αντιστοιχεί στο
κεντρικό τμήμα του κοίλου. Είναι ορατό από αυτούς που έρχονται στο θέατρο από την αγορά, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore
2 (Roma 1969), σελ. 15, εικ. 7-8.
6. Η κεντρική κλίμακα αντικατοπτρίζει τις ανάγκες της εποχής για τη γρήγορη μετακίνηση του πλήθους μέσα στο θέατρο, που ήταν ορατές ήδη από τα
Υστεροελληνιστικά χρόνια. Η λύση δόθηκε στα Αυτοκρατορικά χρόνια και, όπως στο θέατρο της Σέλγης, δεν προσέβαλε καθόλου την αισθητική ενώ
ταυτόχρονα δεν της έλειπε καθόλου η πρακτικότητα. Στην κορυφή αυτής της κλίμακας υπήρχε μεγάλη θύρα, από την οποία σώζονται in situ τμήματα
των παραστάδων. Ακριβώς στο πλατύσκαλο της θύρας διαμορφώνεται εσοχή δεξαμενής (κινστέρνα), βάθους 0,40 μ., πιθανότατα για την παροχή νερού
στο κοινό κατά τις ζεστές μέρες, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 14-15.
7. Βάθους 5,40 μ. και ύψους 2,36 μ. Σήμερα σώζεται σε ύψος 1,77 μ. Υπολογίζεται από τη Bernardi Ferrero, ότι θα έφτανε σε ύψος τα 2,60 μ., βλ. De
Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 22.
8. Εκατέρωθεν της κεντρικής θύρας κάθε βάθρο φέρει τέσσερις κίονες, ενώ τα υπόλοιπα δύο βάθρα (ανάμεσα στις μικρότερες ακριανές θύρες) φέρουν το
καθένα από δύο κίονες.
9. Αυτό το χαρακτηριστικό βρίσκουμε και στο θέατρο της Σέλγης.
10. Γι’αυτή την κατασκευή χρησιμοποιήθηκε το πολυγωνικό σύστημα τοιχοδομίας.
11. Müller-Wiener, W., Η Αρχιτεκτονική στην Αρχαία Ελλάδα, Σμιτ-Δούνα, Μ. (μτφρ.) (Θεσσαλονίκη 1995), σελ. 80, εικ. 33 γ. Ως αποτέλεσμα, το προφίλ
της εξωτερικής παρειάς του τοίχου είναι κάθετο μόνο στο σημείο που συναντά το φυσικό έδαφος, ενώ πιο πάνω είναι κεκλιμένο, σχηματίζοντας
παραβολική καμπύλη.
12. Δεν είναι σίγουρο ότι η χρήση των δύο διαφορετικών τρόπων δομής της τοιχοποιίας των αναλημματικών τοίχων αντικατοπτρίζει δύο διαφορετικές
οικοδομικές φάσεις. Ίσως προτιμήθηκε αυτή η λύση για λόγους οικονομίας, ώστε να εμφανίζονται πιο επιμελημένα τα μέρη του θεάτρου που είναι ορατά
στο κοινό, ενώ τα μέρη που δε φαίνονται είναι πιο πρόχειρα κατασκευασμένα. Ο νότιος αναλημματικός τοίχος είναι εξολοκλήρου κατασκευασμένος με
ισόδομο σύστημα, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), σελ. 14, εικ. 4.
13. Στο κάτω μέρος του τοίχου κάθε 5 στρώσεις εναλλάσσονται με μία στρώση λίθων μικρότερου ύψους, ενώ στο μέσον περίπου του τοίχου η εναλλαγή
αυτή γίνεται πιο συχνή, κάθε δύο στρώσεις, και ψηλότερα οι στρώσεις εναλλάσσονται ανά μία. Βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia
Minore 2 (Roma 1969), σελ. 17-18, εικ. 14-15.
14. Κοσμούνταν με τοιχογραφίες, που σήμερα δε σώζονται. Οι τοιχογραφίες απαιτούσαν αυτό το αδρό υπόστρωμα που
προσέφεραν οι στρώσεις των ακανόνιστων λιθοπλίνθων.
15. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 2 (Roma 1969), Apend. αρ. 3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου